αραβούργημα — Ανεικονική διακοσμητική σύνθεση, χαρακτηριστική της αραβικής τέχνης. Α. υψηλής τέχνης βρίσκονται συγκεντρωμένα στο Αραβικό Μουσείο του Καΐρου. Δείγματα α. υπάρχουν και στο αθηναϊκό μουσείο Μπενάκη. Βλ. λ. ισλαμισμός (τέχνη). * * * το 1. ζωγραφικό … Dictionary of Greek
αραβογραφία — η το αραβούργημα* … Dictionary of Greek
αραβοποίκιλμα — το διακοσμητικό σχέδιο που βασίζεται στην αραβική τέχνη, αραβούργημα. [ΕΤΥΜΟΛ. < Άραψ( βος) + ποίκιλμα < ποικίλλω. Η λ. στον πληθ. μαρτυρείται από το 1884 στον Παναγ. Καββαδία] … Dictionary of Greek
σχέδιο — Με τον όρο αυτό χαρακτηρίζεται οποιαδήποτε παράσταση πάνω σε μια επιφάνεια (βράχο, επιχρισμένο τοίχο, μέταλλο, ξύλο, περγαμηνή, χαρτί κλπ.) που απεικονίζεται με ένα περίγραμμα το οποίο αποτελείται από μια ή περισσότερες γραμμές· στην… … Dictionary of Greek
τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… … Dictionary of Greek
Κρίστενσεν, Τομ — (Tom Kristensen, Λονδίνο 1893 – Δανία 1974). Δανός ποιητής και μυθιστοριογράφος. Σπούδασε στο πανεπιστήμιο της Κοπεγχάγης, από το οποίο αποφοίτησε το 1919. Το 1920 δημοσίευσε την πρώτη του ποιητική συλλογή με τον τίτλο Όνειρα πειρατή. Επίσης,… … Dictionary of Greek
Νορβηγία — Κράτος της βόρειας Ευρώπης, στη Σκανδιναβία. Συνορεύει Α με τη Σουηδία, ΒΑ με τη Φινλανδία και τη Ρωσία, Β βρέχεται από τη θάλασσα Μπάρεντς και Δ από τον Ατλαντικό ωκεανό.H Ν. (της οποίας η ονομασία, Nόργκε ή Nοργκ σημαίνει δρόμος του βορρά),… … Dictionary of Greek